Αυτό Ανήκει Στον Αγαπημένο Μου Πιστό

Μία μέρα σε έναν Ιερό Ναό είχαν μαζευτεί πολλοί πιστοί και ιερείς, ψάλλοντας ύμνους προς τον Θεό. Ξαφνικά, ακούστηκε ένας μεταλλικός θόρυβος. Όταν έστριψαν το κεφάλι τους προς εκείνη την κατεύθυνση, είδαν ένα αστραφτερό, χρυσό πιάτο στο πάτωμα του Ναού. Ήταν σαν να άνοιξε ουρανός και έπεσε στο κέντρο του Ναού το πιάτο, οδηγώντας προς την Αγία Τράπεζα.

Όλοι τους μαζεύτηκαν γύρω από το πιάτο με περιέργεια, ενώ ο αρχιερέας πλησίασε κοντά του για να το εξετάσει. Βρήκε επάνω του κάποια γράμματα, όπου έλεγαν: «Αυτό ανήκει στον αγαπημένο μου πιστό».

Ο ιερέας διάβασε την επιγραφή δυνατά. Όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονταν στον ναό άρχισαν να φιλονικούν για το ποιος θα πιάσει το πιάτο, έχοντας τη σιγουριά ότι: «Ποιος θα μπορούσε να είναι καλύτερος πιστός από εμένα; Ξοδεύω τον χρόνο μου, το ταλέντο μου και τη δύναμή μου μόνο για αφιέρωση στον Χριστό».

Όμως, μόλις έπιανε κάποιος από αυτούς το πιάτο, αυτό μετατρεπόταν σε πήλινο. Τα νέα διαδόθηκαν σαν φλόγα για το χρυσό πιάτο. Αρκετοί μελετητές, τραγουδιστές, ποιητές και κήρυκες ήρθαν να δοκιμάσουν την τύχη τους, αλλά μάταια. Πέρασαν μέρες, εβδομάδες, μήνες κι όμως το πιάτο παρέμενε εκεί χωρίς ιδιοκτήτη.

Μια μέρα, ένας ξένος ήρθε στον ναό. Στάθηκε στην είσοδο και τα μάτια του γέμισαν δάκρυα βλέποντας ζητιάνους, τυφλούς, μουγκούς και κουτσούς να παρακαλούν τον Θεό για ελεημοσύνη. Ένιωσε μεγάλη ντροπή για την ανικανότητά του να ανακουφίσει τον πόνο τους από την πείνα και την αγωνία. Θέλησε να προσευχηθεί στον Θεό και έτσι μπήκε μέσα στον Ναό.

Είδε ανθρώπους να είναι συγκεντρωμένοι σε κύκλο και να συζητάνε κάτι. Προσπάθησε να στριμωχτεί μέσα στο πλήθος για να δει, γιατί στέκονταν εκεί. Στο κέντρο του κύκλου είδε ένα χρυσό πιάτο. Ρώτησε και έμαθε για το περιστατικό με το χρυσό πιάτο. Έμεινε έκπληκτος και λυπημένος συνάμα για τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Αντί να προσεύχονται στον Πανταχού Παρών Θεό και να ζητάν να αποκτήσουν Εκείνον, ήθελαν σφοδρά να αποκτήσουν το χρυσό Του πιάτο.

Παρατηρώντας την αδιάφορη στάση του για το πιάτο, ο αρχιερέας τού ζήτησε να δοκιμάσει κι εκείνος την τύχη του. Ο ξένος απάντησε: «Σεβασμιότατε, δε με ενδιαφέρει ούτε ο χρυσός, ούτε το ασήμι, αυτό που λαχταράω είναι η Θεία Χάρις».

Η εκτίμηση του αρχιερέα για αυτόν τον ξένο άνθρωπο αυξήθηκε. Έτσι, ακόμα μία φορά τον πίεσε: «Τουλάχιστον κάν’ το για να μας ικανοποιήσεις, σε παρακαλώ δοκίμασε να το πιάσεις». Ο ξένος έπιασε το πιάτο χωρίς ίχνος προσκόλλησης σε αυτό. Και λοιπόν… έλαμψε με εκτυφλωτική λάμψη! Όλοι οι παρευρισκόμενοι συγκεντρώθηκαν γύρω του και τον ρώτησαν: «Κύριε, από πού έρχεστε; Ποια είναι τα προσόντα σας; Ποιοι είναι οι κλάδοι της μάθησης που έχετε καταφέρει να μάθετε; Πόσα χρόνια κάνετε μετάνοιες;».

Ο ξένος απάντησε ήρεμα: «Δεν ανήκω σε κανένα μέρος. Ίσα που βγάζω το ψωμί μου με σκληρή δουλειά. Το μόνο που κάνω είναι να επαναλαμβάνω το όνομα του Κυρίου. Αυτό μάλλον εξάγνισε την καρδιά μου και τη γέμισε με αγάπη και συμπόνια. Μου χάρισε τη δυνατότητα να ελέγχω τον νου και τις αισθήσεις μου. Δεν έχω μελετήσει κανένα βιβλίο, ούτε κατέχω κάποια επιστήμη. Η μόνη τέχνη που γνωρίζω είναι να ψέλνω το όνομα Του Θεού, η μόνη πράξη που κάνω είναι να είμαι δοτικός και ευγενικός προς τους φτωχούς».

Επομένως, το μοναδικό προσόν που χρειαζόμαστε για να γίνουμε αγαπητοί στον Θεό είναι να αποκτήσουμε συμπονετική καρδιά και έλεγχο των αισθήσεών μας. Αυτά τα δύο μπορούν να αποκτηθούν με το να τραγουδάμε το όνομα του Κυρίου, με απόλυτη πίστη σ’ Εκείνον!

Ιστορία της Παγκόσμιας σοφίας